The Wall
πατήστε εδώ για το THE WALL
και εδώ για υπότιτλους
Η ιστορία της ταινίας ξεκινά το
βράδυ της πυρπόλησης του Ράϊχσταγκ, στις 23 Φεβρουαρίου του 1933. Οι
Εσένμπεκ, ιδιοκτήτες μεγάλης γερμανικής βιομηχανίας χάλυβα,
ενημερώνονται καθώς δειπνούν εορτάζοντας τα γενέθλια του Βαρώνου Γιοάκιμ
φον Εσένμπεκ. Από εκείνη τη νύχτα, οι σχέσεις ισορροπίας της
οικογένειας με τους ανερχόμενους Εθνικοσοσιαλιστές θα ανατραπούν και τα
μέλη της θα υποστούν μια προοδευτική, αλλά και αποκαλυπτική διάβρωση των
συνειδήσεών τους από το δηλητήριο του ναζισμού.
Στην ταινία του «Οι καταραμένοι» (πρωτότυπος τίτλος: «Η πτώση των Θεών», γερμανικός: «Το λυκόφως των Θεών») ο Λουκίνο Βισκόντι ρίχνει το δικό του φως στον ίσκιο των ιστορικών γεγονότων για την επικράτηση και την πτώση του Γ΄ Ράιχ, μέσα από την εξιστόρηση των προσωπικών συγκρούσεων και των σχέσεων των Εσένμπεκ με το καθεστώς με στόχο μια εξουσία «ή απόλυτη ή τίποτα».
Σε αυτήν την εξουσία στην οποία «όλα είναι επιτρεπτά», το έγκλημα, η φιλοδοξία, η ασπλαχνία, το μίσος συνέθεταν ένα «δυναμικό ενέργειας και οργής», έναν «αστείρευτο πλούτο» πάνω στον οποίο μπορούσε να «επενδύσει» ο ναζισμός.
Αλλά τα ανθρώπινα όρια μεταξύ αυτής της απόλυτης εξουσίας και της συντριπτικής αδυναμίας αποδεικνύονται πολύ σχετικά και τελικά τα άτομα που νοιώθουν Θεοί «εκπίπτουν» και καταστρέφονται ψυχολογικά, κοινωνικά και φυσικά.
Τα άτομα ζούσαν την αυταπάτη της εξουσίας όσο εξυπηρετούσαν τον ναζισμό, ο οποίος τελικά στην ταινία, επιλέγει το πιο διεστραμένο και αδίστακτο μέλος της οικογένειας. Τον Μάρτιν, ένα ψυχικά διαταραγμένο άτομο, που ο φόβος απλά καταλύει τον ναζιστικό μετασχηματισμό του.
Αλλά και σε αυτό το χρονικό του κακού υπήρχαν τα προμηνύματα: «Οι Εσένμπεκ φέρνουν στον κόσμο παιδιά και κανόνια με τα ίδια συναισθήματα» θα δηλώσει ο φιλελεύθερος της οικογένειας Χέρμπερτ, που τελικά ανέλαβε το κόστος να αντισταθεί σε αυτό που οι άλλοι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο συνεργούσαν. Και θα συμπληρώσει «Φταίμε όλοι. Άδικα υψώνεις την φωνή όταν είναι πολύ αργά, έστω και για να σώσεις την ψυχή σου. Εμείς δώσαμε στην Γερμανία την άρρωστη δημοκρατία. Ο ναζισμός είναι δικό μας δημιούργημα. Γεννήθηκε στα εργοστάσια μας, τράφηκε με τα χρήματά μας»
Στην ταινία του «Οι καταραμένοι» (πρωτότυπος τίτλος: «Η πτώση των Θεών», γερμανικός: «Το λυκόφως των Θεών») ο Λουκίνο Βισκόντι ρίχνει το δικό του φως στον ίσκιο των ιστορικών γεγονότων για την επικράτηση και την πτώση του Γ΄ Ράιχ, μέσα από την εξιστόρηση των προσωπικών συγκρούσεων και των σχέσεων των Εσένμπεκ με το καθεστώς με στόχο μια εξουσία «ή απόλυτη ή τίποτα».
Σε αυτήν την εξουσία στην οποία «όλα είναι επιτρεπτά», το έγκλημα, η φιλοδοξία, η ασπλαχνία, το μίσος συνέθεταν ένα «δυναμικό ενέργειας και οργής», έναν «αστείρευτο πλούτο» πάνω στον οποίο μπορούσε να «επενδύσει» ο ναζισμός.
Αλλά τα ανθρώπινα όρια μεταξύ αυτής της απόλυτης εξουσίας και της συντριπτικής αδυναμίας αποδεικνύονται πολύ σχετικά και τελικά τα άτομα που νοιώθουν Θεοί «εκπίπτουν» και καταστρέφονται ψυχολογικά, κοινωνικά και φυσικά.
Τα άτομα ζούσαν την αυταπάτη της εξουσίας όσο εξυπηρετούσαν τον ναζισμό, ο οποίος τελικά στην ταινία, επιλέγει το πιο διεστραμένο και αδίστακτο μέλος της οικογένειας. Τον Μάρτιν, ένα ψυχικά διαταραγμένο άτομο, που ο φόβος απλά καταλύει τον ναζιστικό μετασχηματισμό του.
Αλλά και σε αυτό το χρονικό του κακού υπήρχαν τα προμηνύματα: «Οι Εσένμπεκ φέρνουν στον κόσμο παιδιά και κανόνια με τα ίδια συναισθήματα» θα δηλώσει ο φιλελεύθερος της οικογένειας Χέρμπερτ, που τελικά ανέλαβε το κόστος να αντισταθεί σε αυτό που οι άλλοι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο συνεργούσαν. Και θα συμπληρώσει «Φταίμε όλοι. Άδικα υψώνεις την φωνή όταν είναι πολύ αργά, έστω και για να σώσεις την ψυχή σου. Εμείς δώσαμε στην Γερμανία την άρρωστη δημοκρατία. Ο ναζισμός είναι δικό μας δημιούργημα. Γεννήθηκε στα εργοστάσια μας, τράφηκε με τα χρήματά μας»
Επίκεντρο της ταινίας του Εμίλιο Μαρτίνεθ Λάθαρο αποτελούν και πάλι, όπως και στην ταινία Libertarias, οι γυναίκες στον εμφύλιο. Μετά τη νίκη των φρανκικών στρατευμάτων το 1939, ο Φράνκο υπόσχεται ότι θα τιμωρηθούν μόνο όσοι από τους αντιπάλους έχουν «ματωμένα χέρια». Δεκατρείς γυναίκες που δεν είχαν ωστόσο διαπράξει κανένα έγκλημα, συλλαμβάνονται με την κατηγορία της ανταρσίας και καταδικάζονται σε θάνατο. Η ταινία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα (η ιστορία, τα γράμματα και τα έγγραφα που παρουσιάζονται στην ταινία είναι αυθεντικά, ωστόσο τα γεγονότα έχουν ωραιοποιηθεί, για ευνόητους λόγους, όπως για παράδειγμα στη φυλακή de Ventas) και αποτελεί σημείο αναφοράς στην ιστορία του ισπανικού εμφυλίου. Υποψήφια για 14 βραβεία Γκόγια, κέρδισε 4 (μουσικής, δεύτερου αντρικού ρόλου, φωτογραφίας και κουστουμιών).
Η Νέα Ευρώπη ,μια ζοφερή εικόνα του φασισμού που υφέρπει στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία μας.
Ο
Κάρλος Σάουρα, δίνει μία ζοφερή εικόνα του υπόγειου φασισμού και
ρατσισμού στη σύγχρονη Μαδρίτη, παρουσιάζοντας την εικόνα μίας λαμπερής
Νέας Ευρώπης η οποία κρύβει μαύρες τρύπες, όπου κυοφορούνται
νεοφασιστικές ιδέες ενός όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος.
H ταινία
περιγράφει την ερωτική ιστορία δύο νέων στη Μαδρίτη, αλλά και η
σύγκρουσή τους, όταν η νεαρή ηρωίδα ανακαλύπτει πως ο ταξιτζής πατέρας
της μαζί με το φίλο της αποτελούν μέλη μιας νεοφασιστικής ομάδας
ταξιτζήδων, που δολοφονούν όσους πελάτες τους θεωρούν ότι βρομίζουν τη
Μαδρίτη, από μετανάστες και μαύρους μέχρι ναρκομανείς και τραβεστί.
Χίτλερ: η άνοδος του κακού ( μέρος 1)
Η ταινία αφηγείται με γλαφυρό και εύπεπτο τρόπο πώς ο άσημος Αυστριακός
δεκανέας κατάφερε να εκμεταλλευτεί τους φόβους, τις προκαταλήψεις και τα
υπαρκτά προβλήματα της γερμανικής κοινωνίας και να επικρατήσει
συνδυάζοντας την προπαγάνδα με τη βία.
το δεύτερο μέρος θα το κατεβάσετε από
εδω
ΥΠΌΤΙΤΛΟΙ
Οι Γερμανοί ξανάρχονται
Οι Γερμανοί ξανάρχονται είναι ο τίτλος μίας ελληνική κινηματογραφικής ταινίας, του 1948,
σε σκηνοθεσία και σενάριο Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου
και πρωταγωνιστές τους Βασίλη Λογοθετίδη, Νίτσα Τσαγανέα, Γεωργία
Βασιλειάδου, Ίλυα Λιβυκού κ.ά.
Οι Γερμανοί έφυγαν από την Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου του 1944. Η
παράσταση «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» ανέβηκε το 1946 στο Θέατρο
Ρεξ-Κοτοπούλη με πρωταγωνιστή τον Βασίλη Λογοθετίδη, σημειώνοντας
τεράστια επιτυχία. Θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά έργα των
«Διόσκουρων» του ελληνικού θεάτρου, Σακελλάριου και Γιαννακόπουλου.
Η ταινία «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», παραγωγής της Φίνος Φιλμ, έκανε
πρεμιέρα στις 5 Ιανουαρίου του 1948 και έκοψε μόνο στην πρώτη προβολή
στην Αθήνα 136.033 εισιτήρια. Ήταν το εφαλτήριο της μεγάλης, προσωπικής
πια, καριέρας στο θέατρο και στο σινεμά του Λογοθετίδη, που θα κρατούσε
ως το 1960 και τον πρόωρο θάνατό του. Αλλά ήταν και η αρχή μιας
ολόκληρης σειράς διαχρονικών κωμωδιών των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου
Γιαννακόπουλου, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν γραμμένες για τον
Λογοθετίδη. Μεταφέρθηκε στην τηλεόραση σε σκηνοθεσία του ίδιου του
Σακελλάριου, με τον Γιάννη Μιχαλόπουλο στον κεντρικό ρόλο.
Στη μετακατοχική Αθήνα, ένας φιλήσυχος οικογενειάρχης, αγανακτισμένος
από τις αντιπαραθέσεις των συμπολιτών του, νοσταλγεί την συντροφικότητα
που κυριαρχούσε μεταξύ τους τον καιρό της κατοχής και βλέπει έναν εφιάλτη ότι οι Γερμανοί ξανάρχονται, αλλά αυτή τη φορά με ισχυρότερα όπλα και καταλαμβάνουν την Ελλάδα.
«Οι Γερμανοί ξανάρχονται» με αφορμή τον φόβο για την επιστροφή των κατακτητών και με ουσιαστικό θέμα
το θέμα του διχασμού που χαρακτηρίζει τους Έλληνες από αρχαιοτάτων
χρόνων είναι διαχρονικοί και επίκαιροι πάντα γιατί ακριβώς μπόρεσαν να
χαρακτηρίσουν με τέτοια ακρίβεια την εποχή τους, μιλώντας με «σκηνικό»
την επικαιρότητα του εμφυλίου για την ανάγκη των Ελλήνων να είναι
ενωμένοι σε καιρό ειρήνης ή πολέμου απέναντι σε κάθε κατακτητή, απέναντι
σε κάθε κίνδυνο που τους απειλεί…
Πρεμιέρα: 5 Ιανουαρίου 1948
Το "Ξυπόλητο Τάγμα"
Το "Ξυπόλητο Τάγμα" είναι η αληθινή ιστορία 160 παιδιών, που η δράση
τους πήρε διαστάσεις μύθου όταν διώχτηκαν από τα ορφανοτροφεία της
Θεσσαλονίκης από τους Ναζί κατακτητές στα χρόνια της κατοχής του Bʼ
Παγκοσμίου Πολέμου.
Αν είχες γυρίσει αυτή την ταινία προτού γυρίσω εγώ τον (Κλέφτη των ποδηλάτων) τότε σήμερα θα ήσουν εσύ ο Ντε Σίκα!.
Βιτόριο Ντε Σίκα (προς τον Γκρεγκ Τάλλας, όταν είδε το 1955 το Ξυπόλητο Τάγμα στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου)
Αν είχες γυρίσει αυτή την ταινία προτού γυρίσω εγώ τον (Κλέφτη των ποδηλάτων) τότε σήμερα θα ήσουν εσύ ο Ντε Σίκα!.
Βιτόριο Ντε Σίκα (προς τον Γκρεγκ Τάλλας, όταν είδε το 1955 το Ξυπόλητο Τάγμα στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.